Κυριακή 16 Δεκεμβρίου 2012

Αριστερές φωλιές, τύψεις, πονηριές


Η ΑΥΓΗ Ημερομηνία δημοσίευσης: 16/12/2012
Του Δημήτρη Α. Σεβαστάκη*
Ο κ. Λοβέρδος αυτοτοποθετείται στον σοσιαλδημοκρατικό χώρο. Στην έκταση ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και τη Νέα Δημοκρατία. Στο ίδιο πεδίο με το ΠΑΣΟΚ αλλά και εναντίον του. Ο κ. Λοβέρδος προσπαθεί μια κάρπωση ενός εξ αδιαιρέτου πολιτικού οικοπέδου. Η ιδιότυπη, μετεμφυλιακή Νέα Δημοκρατία του κ. Σαμαρά -τουλάχιστον η επίσημη εκφώνησή της- ορίζεται ως Κεντροδεξιά. Είναι εγκατεστημένη λίγο πιο κει από το οικόπεδο του κ. Λοβέρδου, του κ. Βενιζέλου κ.λπ. Ας μην μιλήσουμε για τις ποικίλες φωλιές αριστερών που πλέκονται διάσπαρτες στον αδυσώπητο νεοφιλελεύθερο «πραγματισμό». Ξεπερασμένες ιδιοκτησίες σε μια πολιτική μπάρα ανύπαρκτη. Εάν έχει αποδομηθεί η παραδοσιακή πολιτική χωροταξία, όπως πιστεύω, εάν η Δεξιά, το Κέντρο και η Αριστερά, αποσυμβολίζουν αντί να προσδιορίζουν, εάν έχουμε ακατάστατες ροές σκέψης, ταξικής συνείδησης, αξιών, αναγκών, συμπεριφορών μέσα στην κοινωνία, εάν μαζικά ανακαθορίζονται οι ταυτότητες μέσα στο πολιτικό σώμα της χώρας, τότε πού βρίσκεται το σημείο τομής ανάμεσα στην αριστερή «συνέπεια» ή «ασυνέπεια» του ΣΥΡΙΖΑ; Σε ποιο πεδίο και με ποια αναλυτικά εργαλεία μπορεί να εντοπίσει κανείς το «περίσσευμα» ή το «έλλειμμα» αριστεροφροσύνης στο νέο, πλατύ, αριστερό, πολιτικό αίτημα;
Σε ποιο ακριβώς σημείο η νέα Αριστερά δεν είναι Αριστερά ή είναι λιγότερο, της πρέπουσας, Αριστερά; Υπάρχει ζύγι και ζυγιστής; Νομίζω ότι μια επιπόλαιη βαθμολογία, μια λογιστική του αριστερού κανονισμού, καταλαμβάνει εσχάτως τα κείμενα, τους πολιτικούς παρατηρητές, τα blogs. Βεβαίως μακριά από ηθικολογίες και απλουστεύσεις, μακριά από μια παραδοσιακή τοπιογραφία πολιτικών ζωνών και ταυτοτήτων που διαμοιράζει ποσοστά και βάρη «οπορτουνισμού», «λαϊκισμού», «αριστερισμού» κ.λπ., υπάρχει η ζωή. Έρχονται στην επιφάνεια τέτοιοι εργασιακοί και πολιτικοί πρωτογονισμοί και μαζικές καταστροφές, που το αναντίρρητο, το αδιαμφισβήτητο, το ηθικά και ανθρωπιστικά στοιχειώδες, θρυμματίζονται και κρεουργούνται. Οι αλαλαγμοί του σιωπηρού πλήθους ξανασχεδιάζουν βίαια και ερωτηματικά ολόκληρο το πολιτικό, πρωτίστως την Αριστερά. Κανένα συμβόλαιο, καμιά πράξη αυτοπεριγραφής αριστερής ή άλλης, δεν είναι πλέον έγκυρη, παρά μόνο αν λύνει, τεκμηριώνει, πείθει για την οικονομική, κοινωνική διέξοδο, την πολιτική σταθεροποίηση, τη σοσιαλιστική δυνατότητα και ισορροπία με τους όρους όμως της αναπότρεπτης και συντελεσμένης φτώχειας. Η Αριστερά, άλλωστε, ήταν η παράταξη που διαχειρίστηκε, εκλογίκευσε και αισθητικοποίησε τη φτώχεια, παράγοντας ένα απίστευτο πολιτισμικό πλούτο, δίνοντας υψηλή σκέψη και τέχνη που δεν προϋπέθετε τον πλουτισμό, αλλά και επιβάλλοντας μια μορφή κοινωνικού δικαίου και δημοκρατικής κανονικότητας. Αντίθετα, όταν άρχισε να διαπραγματεύεται με τον ηδονοθηρικό, λαϊκό καιροσκοπισμό, έχασε το ηθικό πλεονέκτημα και την ηγεμονία στον λόγο και τη σκέψη. Η νέα αριστερή γλώσσα, κριτική, αυτοκριτική και συντακτική, δεν έχει ακόμα αναπτυχθεί ώστε να φέρει ολοκληρωμένα και πειστικά τη νέα εγερτική απεύθυνση. Συχνά, άλλωστε, η Αριστερά γίνεται φορέας ενός ακαδημαϊσμού και μιας αναφορικότητας, που την εμποδίζει να στοχαστεί ενεργά και ζωτικά, να ξανασχεδιάσει το διάβημά της με πυρίμαχα και αιφνιδιαστικά εργαλεία.
Σ' έναν βαθμό η ευρύτερη Αριστερά εισάγει πολιτικές τεχνοτροπίες από τη δυτικοευρωπαϊκή «αριστεροτυπία». Καταναλώνει κλισέ ενός εύπλαστου ακτιβισμού, μιας αδύναμης αισθητικής, μιας ασαφούς πολιτικής ένδυσης. Ο Σίζεκ π.χ. και το styling μιας νόστιμης, καχεκτικά θεαματικής ανάλυσης, είναι εξαιρετικά δημοφιλές άλλοθι. Από την Αριστερά δεν λείπει η θεωρία, ούτε η «αριστεροσύνη», αλλά κυρίως η τολμηρή αυτοθέαση. Αυτό δυσχεραίνει την παραγωγή ενεργών, μικτών εννοιολογικών σχημάτων, οριοθετήσεων, αφηγηματικών εργαλείων, πολιτικής πειθαρχίας. Ακόμα είναι διστακτική και άτσαλη στην αφομοίωση των υπόγειων και ζωτικών κοινωνικών ρευμάτων, της λείπει το στρατηγικό σθένος μέσα στην κίνηση και την μεταβλητότητα που ορίζει η λαστιχένια θέση και η στριφτή συνείδηση του «εργαζόμενου υπό απόλυση» και του «απολυμένου υπό πρόσληψη». Δεν συλλαμβάνει, δηλαδή, πλήρως τον «σχοινοβάτη» πολίτη. Η εξαιρετικά προβλέψιμη γενική κριτική του Μνημονίου, στην πραγματικότητα κάνει μερικές θεμελιώδεις παραχωρήσεις. Π.χ. δεν αφομοιώνονται κριτικά οι χαμηλές ποιότητες του συνδικαλιστικού κινήματος, που ήταν συχνά οι κεντρικοί μηχανισμοί για την ήττα του και την ανάσχεση της πολιτικής του εκφραστικότητας και διεισδυτικότητας. Οι ποιότητες της κρατικής οργάνωσης, η οποία λειτούργησε απολύτως ανταγωνιστικά με τα λαϊκά και προοδευτικά αιτήματα. Οι ποιότητες της ίδιας της κομματικής εθιμοτυπίας, που αναπαρήγαγε αρρώστιες, καθηλώσεις και ρητορικές ευκολίες. Οι οργανωτικές αναπαραστάσεις συχνά τραυμάτισαν όχι μόνο την πολιτική ταυτότητα, αλλά και τη σκηνική δραστικότητα της Αριστεράς. Η ιστορικά επείγουσα ανάγνωση του σώματος της Αριστεράς υποδεικνύει ότι η ανασκευή του με κέντρο τις μεικτές κοινωνικές εννοήσεις, τον ταξικό αποσχεδιασμό κ.λπ. είναι η θεμελιώδης νέα προϋπόθεση που θα ξαναζυγίσει και την ίδια και τους αριστερούς και τον τόπο. Αυτό θα συνθέσει και την κυβερνητική ταυτότητά της.
* Ο Δημήτρης Α. Σεβαστάκης είναι ζωγράφος, αν. καθηγητής ΕΜΠ
dsevastakis@arch.ntua.gr


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου