Τετάρτη 24 Οκτωβρίου 2012

«Ελλάδα: από την ευρωπαϊκή «Μεγάλη Ιδέα» στην καταστροφή – Ερμηνείες και προτάσεις διεξόδου από την κρίση»


Σταύρος Μαυρουδέας 
Κείμενο ομιλίας στη Μορφωτική Λέσχη της ΕΣΗΕΜΘ με θέμα «Ελλάδα: από την ευρωπαϊκή «Μεγάλη Ιδέα» στην καταστροφή – Ερμηνείες και προτάσεις διεξόδου από την κρίση»
Μορφωτικό Ίδρυμα της Ένωσης Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Μακεδονίας-Θράκης, σε συνεργασία με τη Λέσχη Ανάγνωσης της ΕΡΤ3
Κύκλος διαλέξεων «Λόγος με θέσεις»
Τετάρτη 24 Οκτωβρίου 2012, στις 20.00, αίθουσα του Μορφωτικού Ιδρύματος της ΕΣΗΕΜ-Θ 

1. Επίσημη ερμηνεία της κρίσης: απλά κρίση χρέους/ ιδιαίτερο ελληνικό φαινόμενο: χώρα σπάταλων, κρατικοδίαιτων τεμπέληδων που εκμεταλλεύθηκαν την καλή πίστη των «κουτόφραγκων» και έτσι χρεωκόπησαν την οικονομία τους/ αυτό στη συνέχεια απειλεί την φιλάνθρωπη ευρωπαϊκή ενοποίηση που έσωσε την Ευρώπη και τον κόσμο από συγκρούσεις και σφαγές. Δίδυμα ελλείμματα: δημοσιονομικό έλλειμμα που οδηγεί σε εξωτερικό χρέος.
2. Μία σειρά προβλήματα: (α) οι Έλληνες δουλεύουν περισσότερο (μεγαλύτερος πραγματικός εργάσιμος χρόνος) ενώ η παραγωγικότητα της εργασίας ενώ είναι χαμηλότερη αύξανε πολύ πιο γρήγορα, (β) ο ελληνικός δημόσιος τομές δεν ήταν ιδιαίτερα μεγάλος συγκριτικά με τους δυτικούς ενώ το κοινωνικό κράτος δημιουργήθηκε πολύ αργότερα και ήταν πάντα μικρότερο από τα δυτικά/ επίσης πάντα σε λιγότερο αναπτυγμένες οικονομίες ο δημόσιος τομέας αναλαμβάνει μεγαλύτερες δραστηριότητες ακριβώς για να πυροδοτήσει τη διαδικασία ανάπτυξης που δεν αναλαμβάνει ο ιδιωτικός τομέας (Gershenkron effect), (γ) οι σπατάλες αφορούν ιδιαίτερα τον κρατικοδίαιτο ιδιωτικό τομέα που ιστορικά (βλέπε Μποδοσάκης) κερδοφορούσε πάνω στην πλάτη του δημόσιου τομέα (κραυγαλέο παράδειγμα η αθλιότητα των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 στο μεγάλο φαγοπότι των οποίων έλαβε μέρος και το ξένο κεφάλαιο).
3. Επιπλέον προβλήματα: εάν είναι απλά κρίση χρέους που ξεκινά από δημοσιονομικά ελλείμματα τότε το μόνο που χρειάζεται είναι η περιστολή του δημόσιου τομέα και δεν χρειάζεται να πειραχθεί ο ιδιωτικός τομέας. Όταν όμως άρχισαν οι παρεμβάσεις στα μισθολογικά, εργασιακά και θεσμικά ζητήματα του ιδιωτικού τομέα τότε ξαφνικά ανακαλύφθηκε ότι «το ελληνικό παραγωγικό μοντέλο είναι στρεβλό». Η στρέβλωση του, που εκφράζεται στη φθίνουσα ανταγωνιστικότητα του (και αποτυπώνεται στο διευρυνόμενο έλλειμμα του ισοζυγίου πληρωμών) αποδόθηκε τότε στις υπερβολικές μισθολογικές αυξήσεις (αποτυπωμένες στο ονομαστικό μοναδιαίο κόστος εργασίας – κόστος εργασίας που απαιτείται για την παραγωγή μίας νομισματικής μονάδας ΑΕΠ). Και η ερμηνεία αυτή έχει σοβαρά προβλήματα γιατί (α) το ονομαστικό μκε αποτυπώνει μόνο την ανταγωνιστικότητα κόστους και αγνοεί τα ποιοτικά και θεσμικά στοιχεία που είναι πολύ σημαντικότερα, (β) το ονομαστικό μκε είναι παραπλανητικός δείκτης (Kaldor paradox κλπ.), (γ) το πραγματικό μκε (που συνυπολογίζει το επίπεδο τιμών και αποτυπώνει τη διανομή εισοδήματος μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας) αντί να αυξάνει έφθινε όλο σχεδόν το προηγούμενο διάστημα. Άρα το πρόβλημα της φθίνουσας ανταγωνιστικότητας δεν είναι πρόβλημα υπερβολικών μισθών αλλά έχει να κάνει με διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας (που όπως θα δούμε η ευρωπαϊκή ενοποίηση είτε τα προκάλεσε είτε τα επιδείνωσε)
4. Αν αφήσουμε στην άκρη την ορθόδοξη ερμηνεία και δούμε τα πράγματα χωρίς παρωπιδικούς φακούς τότε μία άλλη ερμηνεία προβάλλει. Η ελληνική κρίση είναι μία διπλή κρίση: (α) εσωτερική κρίση του ελληνικού καπιταλισμού που (β) επιδεινώνεται από την συμμετοχή στην ευρωπαϊκή ενοποίηση.
5. Η σύγχρονη ευρωπαϊκή «Μεγάλη Ιδέα» της ελληνικής αστικής τάξης: Η ένταξη στην ευρωπαϊκή ενοποίηση. Πλεονεκτήματα: (α) βραχυπρόθεσμα: σταθεροποίηση της ταραγμένης μεταπολιτευτικής περιόδου και εξουδετέρωση του λαϊκού ριζοσπαστισμού, (β) μακροχρόνια: αναβάθμιση μέσα στο διεθνές καπιταλιστικό σύστημα λόγω της στενότερης σύνδεσης με τους ισχυρότερους δυτικο-ευρωπαϊκούς καπιταλισμούς.
6. Για ένα διάστημα έδωσε αποτελέσματα: (α) με την κάλυψη της ΕΕ άρχισαν να περνάνε σταδιακά μία σειρά εσωτερικές νεοσυντηρητικές (ιδιαίτερα νεοφιλελεύθερες) αλλαγές που στήριζαν την παραπαίουσα (μετά την δομική οικονομική κρίση του 1973) κερδοφορία του κεφαλαίου σε βάρος της εργασίας, (β) οι ελληνικές επενδύσεις ιδιαίτερα στο μετά το 1990 Βαλκανικό «Ελντοράντο» που επίσης στήριξαν σημαντικά την καπιταλιστική κερδοφορία.
7. Είχε όμως και σημαντικό κόστος καθώς η μέχρι τότε προστατευμένη και συνεκτική ελληνική οικονομία άνοιξε στα ξένα κεφάλαια με αποτέλεσμα ιδιαίτερα ο παραγωγικός πυρήνας της να πιεστεί άσχημα από τον ευρωπαϊκό ανταγωνισμό (λόγω χαμηλότερης παραγωγικότητας, παρωχημένης τεχνολογίας, παραδοσιακής κλαδικής διάρθρωσης, περιορισμένων οικονομιών κλίμακας λόγω μικρής αγοράς κλπ.). Ήδη με την ένταξη στην Κοινή Αγορά το κόστος αυτό φάνηκε με την επιδείνωση του εμπορικού ισοζυγίου. Έτσι, σταδιακά, η ελληνική οικονομία μετατράπηκε σε μία οικονομία κυρίως υπηρεσιών αν και αντίθετα με τα μυθεύματα περί ολοκληρωτικής αποβιομηχάνισης έχει πάντα μία παραγωγική δραστηριότητα. Η οικονομία αυτή όμως δεν έχει μία αυτοτέλεια αλλά λειτουργεί συμπληρωματικά στις μεγάλες οικονομικές δραστηριότητες της Δύσης. Η ένταξη στην ΟΝΕ επέτεινε την κατάσταση αυτή γιατί επιδείνωσε το πρόβλημα ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας καθώς έχασε την δυνατότητα της συναλλαγματικής υποτίμησης και δεσμεύθηκε σε ένα «σκληρό» νόμισμα που δεν αντιστοιχούσε στα δεδομένα της ελληνικής οικονομίας. Η σύντομη περίοδος υψηλών ρυθμών ανάπτυξης βασίσθηκε (α) στην αύξηση της εκμετάλλευσης της εργασίας (αύξηση του πραγματικού εργάσιμου χρόνου από το 1985 και μετά, ροκάνισμα των πραγματικών μισθών από τον υψηλό πληθωρισμό στα είδη μαζικής κατανάλωσης που δεν αποτυπωνόταν στο δείκτη τιμών καταναλωτή κλπ.) και (β) στο φθηνό δανεισμό (λόγω χαμηλών επιτοκίων λόγω ευρώ) που σπαταλήθηκε σε «αρπαχτές» των διαπλεκόμενων ελληνικών κεφαλαίων (με κραυγαλέο παράδειγμα το έγκλημα των Ολυμπιακών του 2004). Ταυτόχρονα, οι μισθοί – παρόλο ότι υστερούσαν διαρκώς σε σχέση με την αύξηση της παραγωγικότητας – άρχισαν να ανεβαίνουν για να καλύψουν εν μέρει τουλάχιστον το αυξανόμενο κόστος διαβίωσης λόγω ευρώ (γι’ αυτό εμφανίζονται αυξητικά ονομαστικά μοναδιαία κόστη εργασίας αλλά φθίνοντα πραγματικά μοναδιαία κόστη εργασίας – κάτι που συνήθως αγνοείται συστηματικά) (βλέπε πίνακας για ονομαστικά και πραγματικά μοναδιαία κόστη εργασίας). Η ψευδής ευφορία αυτής της περιόδου – όπως συμβαίνει πάντα πριν από καπιταλιστικές οικονομικές κρίσεις – έβαλε τις βάσεις για την μετέπειτα κρίση.
8. Η παγκόσμια οικονομική κρίση του 2007-8 άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου. Η κρίση αυτή δεν είναι μία χρηματοπιστωτική κρίση (αν και εκδηλώθηκε σαν τέτοια), όπως υποστηρίζουν τα επίσημα Οικονομικά (αλλά και ορισμένες αιρετικές προσεγγίσεις). Είναι μία τυπική καπιταλιστική κρίση υπερσυσσώρευσης του κεφαλαίου (υπερβολικής ανάπτυξης της καπιταλιστικής οικονομίας) και φθίνουσας κερδοφορίας. Ξεκινά δηλαδή από την «πραγματική» οικονομία και όχι από το χρηματοπιστωτικό σύστημα το οποίο επηρέασε στη συνέχεια. Η κρίση αυτή άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου γιατί (α) έσπασε τη «φούσκα» της υπερβολικής και πλασματικής (ιδιαίτερα λόγω της εκτεταμένη χρήσης πλασματικού κεφαλαίου) ανάπτυξης και τα προβλήματα της ελλιπούς κερδοφορίας ήρθαν στην επιφάνεια και (β) οι κυβερνήσεις εγκατέλειψαν άρον-άρον τις νεοφιλελεύθερες δοξασίες και επιδόθηκαν στην κρατική στήριξη της χειμαζόμενης ιδιωτικής κερδοφορίας. Το τελευταίο εκτίναξε στα ύψη τα δημοσιονομικά ελλείμματα ανά τον κόσμο (βλέπε πίνακας δημοσιονομικών ελλειμμάτων). Τα δημοσιονομικά ελλείμματα αυτά χρηματοδοτήθηκαν με δανεισμό και κυρίως με εξωτερικό δανεισμό (με εξαίρεση μία σειρά χώρες με πρώτη την Ιαπωνία που τα εξυπηρετούν με εσωτερικό δανεισμό, που είναι πιο εύκολα διαχειρήσιμος τρόπος). Συνεπώς, η κρίση του 2007-8 ξεκίνησε από την «πραγματική» οικονομία, εκδηλώθηκε στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, οδήγησε σε αύξηση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων (για τις περισσότερες αναπτυγμένες οικονομίες) και τέλος προκάλεσε αύξηση του εξωτερικού χρέους (επίσης για τις περισσότερες αναπτυγμένες οικονομίες).
Κρίση υπερσυσσώρευσης κρίση χρέους
9. Επιπλέον, η παγκόσμια οικονομική κρίση όξυνε τους διεθνείς ανταγωνισμούς* ιδιαίτερα μεταξύ των μεγάλων διεθνών κέντρων (ΗΠΑ, Ευρώπη, Κίνα, νέο-αναδυόμενες οικονομίες κλπ.). Στα πλαίσια αυτά η ΕΕ βρέθηκε σε δυσχερή θέση (βλέπε ). Προσπάθησε να απαντήσει σ’ αυτή δημιουργώντας μία ζώνη ενδο-ευρωπαϊκής «κινεζοποίησης» (δηλαδή οικονομιών με κινεζικούς μισθούς και εργασιακές σχέσεις) έτσι ώστε να βελτιώσει τη θέση της. Στη ζώνη αυτή μπήκαν οι ευρωπαϊκές περιφερειακές χώρες (δηλαδή τα λεγόμενα PIGS αλλά με μία ιδιαίτερη μεταχείριση της Ιταλίας λόγω γεωπολιτικής βαρύτητας καθώς και μία σειρά άλλες χώρες της ΕΕ αλλά εκτός ΟΝΕ). Η Ελλάδα βρέθηκε ακριβώς στο μάτι αυτού του κυκλώνα τόσο λόγω οικονομικής αδυναμίας όσο όμως γιατί τα κυρίαρχα οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα επέλεξαν να συναινέσουν με το σχέδιο αυτό φοβούμενα ότι μία σύγκρουση με τους ηγεμονικούς δυτικο-ευρωπαϊκούς ιμπεριαλισμούς θα ήταν καταστροφική γι’ αυτά. Ταυτόχρονα μετακυλύουν κυνικά το κόστος αυτού του μετασχηματισμού στους εργαζόμενους. Η Μνημονιακή στρατηγική συγκεφαλαιώνει αυτή τη σύμπραξη μεταξύ των ηγεμονικών κέντρων της ΕΕ και της ελληνικής καθεστηκυίας τάξης, που όμως τα πρώτα έχουν τον κυρίαρχο λόγο.
10. Η Μνημονιακή Στρατηγική αποτελεί σύμφυση των επιλογών (α) των ηγεμονικών δυτικο-ευρωπαϊκών καπιταλισμών να διατηρήσουν μέσα στα πλαίσια της ΕΕ (αλλά όχι απαραίτητα μέσα στην ΟΝΕ) τα PIGS (μετατρέποντας τα όμως σε μία ευρωπαϊκή «Κίνα») και (β) της ελληνικής αστικής τάξης να παραμείνει πάση θυσία (όχι όμως κυρίως δική της) μέσα στην ΟΝΕ. Το Μνημονιακό Πρόγραμμα είναι ένα ιδιόμορφο πρόγραμμα του ΔΝΤ (που άλλωστε ήταν το μόνο που είχε σχετική εμπειρία). Στοχεύει στο δομικό μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας εν μέσω κρίσης και μέσω μίας προκυκλικής πολιτικής. Ο δομικός μετασχηματισμός αφορά το μετασχηματισμό του κρατικοδίαιτου καπιταλισμού σε ένα καπιταλισμό με ατμομηχανή τον ιδιωτικό τομέα (και μάλιστα με αυξημένο ρόλο του ξένου κεφαλαίου). Ο μετασχηματισμός αυτός επιδιώκεται να υλοποιηθεί μέσω μίας προ-κυκλικής πολιτικής (μπαίνω πιο βαθειά στην κρίση θεωρώντας ότι έτσι θα βγω πιο γρήγορα – γι’ αυτό τα περί ανάπτυξης είναι συνειδητά ψεύδη). Ο προ-κυκλικός χαρακτήρας προκύπτει ιδιαίτερα από το εν μέσω κρίσης μειώνονται οι δημόσιες δαπάνες (δηλαδή ένας αντι-κυκλικός παράγων). Αυτή η πολιτική έχει τους εξής πυλώνες: (α) αντιπληθωρισμό (δηλαδή «εσωτερική υποτίμηση» [μείωση των μισθών και λιτότητα] που υποτίθεται ότι θα οδηγήσει σε μείωση των τιμών), (β) μείωση του δημόσιου τομέα και ενίσχυση του ιδιωτικού τομέα (ιδιωτικοποιήσεις). Αντίθετα με τα τυπικά προγράμματα του ΔΝΤ δεν έχει τον πυλώνα της υποτίμησης γιατί δεν υπάρχει εθνικό νόμισμα.
11. Ένα ριζοσπαστικό εναλλακτικό πρόγραμμα διεξόδου: Κεφαλίδα του προγράμματος αυτού πρέπει να είναι η αποδέσμευση από την ΕΕ (και όχι απλά η έξοδος από την ΟΝΕ) γιατί αυτό αποτελεί τον κρίσιμο κόμβο σήμερα. Καμία φιλολαϊκή εξέλιξη δεν μπορεί να υπάρξει μέσα στην ιμπεριαλιστική ΕΕ ενώ μία μετεξέλιξη της σε Ευρώπη των λαών είναι καταφανώς ανέφικτη.
Οι βραχυπρόθεσμοι πυλώνες του οικονομικού σκέλους του προγράμματος αυτού είναι:
(1) Η άρνηση του εξωτερικού χρέους
(2) Ο έλεγχος της εξωτερικής κίνησης των κεφαλαίων
(3) Η κρατικοποίηση του τραπεζικού συστήματος
(4) Ένα σύστημα προοδευτικής φορολογίας
(5) Η εισαγωγή νέου εθνικού νομίσματος και η κατάλληλη διαχείριση του (π.χ. σύστημα πολλαπλών διοικητικά ελεγχόμενων ισοτιμιών, ελεγχόμενη διολίσθηση της ισοτιμίας, διακρατικές συμφωνίες)
(6) Ένα σύστημα ελέγχου των τιμών και εξασφάλισης των αναγκαίων αγαθών τόσο μαζικής κατανάλωσης όσο και για κρίσιμους τομείς της οικονομίας.
12. Όμως η επιτυχία ενός τέτοιου προγράμματος δεν κρίνεται στα βραχυπρόθεσμα αυτά μέτρα που απλά θα δώσουν ανάσες αλλά στη δυνατότητα του να ανοικοδομήσει την οικονομία. Ιδιαίτερα να την μετασχηματίσει από μία καταρρέουσα οικονομία-εξάρτημα των ηγεμονικών δυτικο-ευρωπαϊκών κεφαλαίων σε μία παραγωγική οικονομία προς όφελος του λαού. Αυτή η παραγωγική αναδιάρθρωση της οικονομίας δεν μπορεί να γίνει από την αγορά και τα ξένα κεφάλαια. Μπορεί να γίνει μόνο μέσα από μία μεγάλη προσπάθεια σχεδιασμένης αναδιάρθρωσης που θα οργανωθεί από την μεγάλη εργαζόμενη πλειοψηφία και που θα βασίζεται στην κοινωνική ιδιοκτησία και έλεγχο των βασικών οικονομικών κλάδων). Αυτή η σχεδιασμένη παραγωγική αναδιάρθρωση προϋποθέτει αλλά και συνεπάγεται ανάλογη βιομηχανική πολιτική (δημιουργίας, προστασίας και στήριξης συγκεκριμένων κλάδων) και εμπορική πολιτική (π.χ. ειδικές διακρατικές συμφωνίες, συμφωνίες clearing).



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου