Η ΑΥΓΗ ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ Ημερομηνία δημοσίευσης: 21/10/2012
ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΜΕΡΤΙΚΑ*
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΝΔΥΛΗΣ, Η κριτική της
μεταφυσικής στη νεότερη σκέψη, (τόμος α' και β'), μτφρ.: Μιχάλης Παπανικολάου,
Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, Αθήνα, 2012
Ο Παναγιώτης Κονδύλης πρωτοδημοσίευσε την
Κριτική της μεταφυσικής... στην ελληνική γλώσσα το 1983, όταν διηύθυνε τη
«Φιλοσοφική και πολιτική βιβλιοθήκη» στις εκδόσεις «Γνώση». Ο τόμος εκείνος
περιελάμβανε την κριτική της μεταφυσικής, από τον όψιμο μεσαίωνα ίσαμε και τον
διαφωτισμό. Μερικά χρόνια αργότερα, το
1990, το ίδιο έργο δημοσιεύτηκε στη γερμανική, συμπεριλαμβάνοντας ένα επιπλέον
μέρος το οποίο αφορούσε την κριτική στη μεταφυσική τον 19ο και τον 20ό αιώνα.
Εκεί παρήλαυναν όλοι οι γνωστοί μας «ήρωες», από τον Χέγκελ, τον Νίτσε και τον
Μαρξ έως τον Χάιντεγκερ και τον Βίτγκενσταϊν, στην προοπτική της πολεμικής τους
προς τον υπερβατικό και τον θύραθεν κόσμο. Χρειάστηκαν 22 χρόνια από τότε και
14 από τον θάνατό του (11 Ιουλίου 1998), ώστε να μεταφραστεί το δεύτερο αυτό
μέρος και να δοθεί στον έλληνα αναγνώστη. Μάλιστα, χάρη στη μεταφραστική
δεινότητα του Μιχάλη Παπανικολάου, μπορούμε να απολαύσουμε το μνημειώδες αυτό
σύγγραμμα σε ελληνικά αντάξια μ’ εκείνα που ο ίδιος φρόντιζε να επενδύει το
έργο του.
Όπως είναι γνωστό, το προνομιακό αντικείμενο
της μεταφυσικής είναι ο αναλλοίωτος υπεραισθητός κόσμος, από τον οποίο
προσπορίζεται τις έσχατες αλήθειες, και είναι δυνατόν να γίνει γνωστός χάρη
στην παντοδυναμία του Λόγου. Αυτό είναι το σχολαστικό-αριστοτελικό σχήμα που
δέσποζε στον μεσαίωνα και καταπολεμήθηκε από τον νομιναλισμό και τον
ανθρωπισμό. Σε μια διαδικασία όπου γίνεται φανερή η ετερογονία των σκοπών, ο
νομιναλισμός, για να διασώσει τη θεϊκή παντοδυναμία από όσους περιορισμούς της
έθετε ο Λόγος, διαχώρισε τον τελευταίο από την πίστη. Η αντιπαράθεση πίστης και
Λόγου στηρίχτηκε στο επιχείρημα ότι ο νους δεν μπορεί να συλλάβει το Απόλυτο
(ένεκα του προπατορικού αμαρτήματος), το όντως ον. Η αφήγηση του Κονδύλη
επικεντρώνεται σε αυτήν τη μεταβολή της κοσμοεικόνας, που παγιώθηκε στη
μετωπική σύγκρουση του εντεύθεν με το εκείθεν (του εμμενούς και του
υπερβατικού), καθώς και στην ανατίμηση της γνωσιοθεωρίας. Η διάκριση μεταξύ,
αφενός, της πολεμικής εντεύθεν και εκείθεν και, αφετέρου, γνωσιοθεωρητικής
κριτικής, παρήγαγε δύο διαφορετικές κριτικές πορείες.
Η νεότερη κριτική της μεταφυσικής ξεκινά,
λοιπόν, από την περικοπή των γνωστικών ικανοτήτων του Λόγου ως προς τις έσχατες
αλήθειες. Αυτό έχει ως συνέπεια τη στροφή από τη γνώση του Απόλυτου στο
υποκείμενο. Έτσι, κατά πρώτον, η θεολογική κριτική στρέφεται προς το γνωστικό
υποκείμενο και ερευνά τα όρια των ικανοτήτων του ανθρώπινου νου, αναλύοντας τη
γλώσσα και τις αδυναμίες της. Ο ανθρωπισμός, από την πλευρά του,
προκαταλαμβάνοντας την αναλυτική φιλοσοφία, αντιπαρέθεσε τη ρητορική στην
τυπική λογική (όργανο για τη γνώση του Απόλυτου). Η ρητορική γίνεται γνώση των
νόμων της ανθρώπινης επικοινωνίας, με βασικό όργανο τη γλώσσα. Συνάμα, η
πολεμική στον αριστοτελισμό αμφισβήτησε τον ποιοτικό διαχωρισμό του κόσμου σε
υποσελήνιο και αναλλοίωτο υπερσελήνιο, όπου κυριαρχεί ένα πέμπτο συστατικό
στοιχείο και η τελειότητα των κινήσεων. Μ’ αυτόν τον τρόπο, ενοποίησε ποσοτικά
τον κόσμο, μεταβάλλοντας την κοσμοεικόνα και ανοίγοντας το δρόμο για τη νεότερη
ποσοτική επιστήμη, τη μαθηματικοποίηση της φύσης. Ωστόσο, η μαθηματικοποίηση της
φύσης γεννά το πρόβλημα της σχέσης ουσίας και συμβεβηκότων, επαναφέροντας τη
μεταφυσική από την πίσω πόρτα.
Από την άλλη πλευρά, το μεταφυσικό εκείθεν που
καταπολεμήθηκε από τους διαφωτιστές μεταμορφώνεται σε κοινωνιολογική και
ιστορική κριτική. Στο κεφάλαιο με τον τίτλο «Η μεταφυσική ανάγκη του ανθρώπου»
ο Κονδύλης καταπιάνεται με το αξιολογικό πρόβλημα και τη σχέση του με την
πραγματικότητα, όπως διατυπώνεται στη νεότερη κριτική της μεταφυσικής.
Πρόκειται για το βασικό πρόβλημα της ιδεολογικής κριτικής στη σχέση της με τον
πραγματικό κόσμο. Όπως γλαφυρά διατυπώνεται από τον Simmel (σ.246), δεν μπορεί
να υπάρξει μια ανάπλαση του ιστορικού και κοινωνικού υλικού δίχως κάποια ιδέα
για το νόημα και τη σημασία του όλου, που να υπερβαίνει αυτό το υλικό. Στη μεταφυσική,
το αξιολογικό πρόβλημα προηγείται του μεταφυσικού προβλήματος της
πραγματικότητας, ή η ανώτατη αξία και η ανώτατη πραγματικότητα συμπίπτουν.
Επειδή η ανώτατη πραγματικότητα των αξιών δεν βρίσκει τον τόπο της μέσα στον
κόσμο, μεταφέρεται στο όντως ον. Έτσι, η μεταφυσική δεν μπορεί ν’ αποκοπεί από
τον αισθητό κόσμο, εφόσον οι έννοιές της πλάθονται από το υλικό του και είναι
σύμβολα, εικόνες, αναλογίες. Κοντολογίς, δίχως μία διευθέτηση του εντεύθεν δεν
μπορεί να υπάρχει μια μεταφυσική παράσταση του εκείθεν.
Εάν θέλαμε να συνοψίσουμε τα παραπάνω, θα
λέγαμε ότι και οι δύο κριτικές κατευθύνσεις της μεταφυσικής, εκείνη της
γνωσιοθεωρίας κι εκείνη της πολεμικής στον διαχωρισμό εντεύθεν κι εκείθεν, δεν
κατορθώνουν να ξεπεράσουν τη μεταφυσική. Ο Κονδύλης κλείνει το σύγγραμμά του
δίνοντας τη δική του ερμηνεία για τη μεταφυσική ανάγκη του ανθρώπου. Η ερμηνεία
αυτή ερείδεται στο πιο προσωπικό και θεμελιώδες για την εκδίπλωση της σκέψης
του έργο, το Ισχύς και Απόφαση: η ουσία της μεταφυσικής σκέψης, γράφει,
αφορά «την ιδεατή εκείνη αξίωση ισχύος η οποία εμφανίζεται όταν οικοδομείται
ένα θεωρητικό Όλο πάνω σε υπερεμπειρικές βάσεις - εξαγγέλλοντας, όμως, την
εξήγηση όλων, ή τουλάχιστον των εκάστοτε θεωρούμενων ως κεντρικών, επόψεων της
εμπειρίας... Το μόνο που αποκλείεται είναι το να στερέψουν οι πηγές της
μεταφυσικής σκέψης - η αξίωση ισχύος η οποία αρθρώνεται ως υπέρβαση της
εμπειρίας εν όψει της συγκρότησης ενός πολεμικά τελεσφόρου θεωρητικού Όλου».
*Ο Γιώργος Μερτίκας είναι δοκιμιογράφος
και μεταφραστής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου