Σκέψεις με αφορμή τον Νέγκρι (31.1.2012) [1]
Του Δημήτρη Δημούλη[2]
1. Εισαγωγή
Οι
συγκεντρώσεις που άρχισαν το 2011 σε κεντρικές πλατείες ελληνικών πόλεων είναι
ένα καίριο πολιτικό γεγονός. Ο λαός βγαίνει και παραμένει στους δρόμους,
ανακτώντας έναν πρωταγωνιστικό ρόλο που δεν ασκούσε από την εποχή της ένοπλης
λαϊκής αντίστασης στους γερμανούς κατακτητές και στους έλληνες συμμάχους τους. O λαός ζητά
ψωμί, παιδεία, ελευθερία και οι αστοί πολιτικοί κρύβονται έντρομοι και
προπηλακιζόμενοι. Όταν αναφερόμαστε σε
«λαό» δεν εννοούμε βέβαια την εθνικιστική κατασκευή κάποιου ενιαίου υποκειμένου με κοινά συμφέροντα. Δηλώνουμε
απλώς τον πληθυσμό της Ελλάδας, τους ανθρώπους που ζουν στη χώρα.
Αυτά τα
γεγονότα έδειξαν περίτρανα ότι δεν έχουμε δημοκρατία, αλλά ένα αυταρχικό καθεστώς ολιγαρχίας που
αποβλέπει στο να διατηρεί το λαό σε θέση υποταγής. Αυτό που η μαρξιστική και εν
γένει εξωθεσμική Αριστερά υποστήριζε ανέκαθεν, έγινε πλέον σαφές σε όλους. Οι
μάσκες έπεσαν με ένα μίγμα τραγουδιών, κραυγών και υβριστικών χειρονομιών του
λαού ενάντια στους υποτιθέμενους ηγέτες «του». Η φαρσοκωμωδία της προσφυγής σε
δημοψήφισμα αποκορυφώθηκε με το σχηματισμό της κυβέρνησης του τραπεζίτη
Παπαδήμου. Οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ όχι μόνο καταστέλλουν βίαια τον
λαό που διαμαρτύρεται και επιχειρούν να τον βλάψουν με κάθε τρόπο, αλλά και τον
αντιμετωπίζουν με κυνισμό [3].
Αν όμως ο λαός έδειξε τη δύναμη κινητοποίησής
του τα τελευταία χρόνια, τα πολιτικά αποτελέσματα είναι πενιχρά. Οι
επαγγελματίες πολιτικοί ανέκτησαν τάχιστα τον έλεγχο και συνεχίζουν να
επιβάλλουν την πολιτική που ο λαός απορρίπτει. Γιατί οι αγανακτισμένοι κάτοικοι
της χώρας επέστρεψαν στην ιδιωτική τους μιζέρια; Γιατί αποδέχτηκαν έναν τραπεζίτη
ως πρωθυπουργό; Γιατί οι περισσότεροι ετοιμάζονται να ψηφίσουν τη δεξιά που θα
συνεχίσει τη σημερινή πολιτική;
Σύντροφοι
του Nosotros θεώρησαν
ότι η εκτίμησή μου περί αδυναμίας του λαού στην παρούσα ελληνική συγκυρία είναι
πολύ ηττοπαθής. Επισήμαναν ότι ο αγανακτισμένος λαός συνεχίζει την αντίστασή
του, εξακολουθεί να δρά παράλληλα και ανταγωνιστικά προς τους κυρίαρχους και οι
αλλεπάλληλες διαδηλώσεις της λαϊκής δύναμης δεν είναι απλά ξεσπάσματα, αλλά
αφήνουν βαθιά ίχνη στην πολιτική, προκαλούν ζυμώσεις, συνειδητοποιήσεις και
νέες δράσεις.
Οι σύντροφοι
έχουν δίκιο. Δεν βλέπουμε κάθε μέρα το χριστουγεννιάτικο δέντρο της πλατείας
Συντάγματος να γίνεται πυροτέχνημα. Ούτε τον πρόεδρο της Δημοκρατίας να
φυγαδεύεται ημιτροχάδην από την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου 2011 μπροστά στην
οργή πολιτών που τον απειλούν με «κρεμάλες». Οι άνθρωποι καταγγέλλουν με τον
πιο σαφή τρόπο την αθέτηση του κοινωνικού συμβολαίου της μεταπολίτευσης. Και η
Ελλάδα έχει γίνει παγκόσμιο σημείο αναφοράς για την πάλη ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό
[4].
Αυτά είναι σημαντικά αλλά δεν είναι επαρκή. Δεν
πρέπει να αρκεστούμε στο μεσσιανισμό του «σώπα όπου να
`ναι θα σημάνουν οι καμπάνες» ούτε στην ικανοποίηση από συμβολικά
γεγονότα εξέγερσης και μικρά βήματα προόδου. Πρέπει να αντιληφθούμε ότι σήμερα
ο λαός εκφράζεται διστακτικά και αποσπασματικά, είναι αδύναμος. Ο μεγαλειώδης
Δεκέμβριος του 2008 αντί να πανικοβάλει την κυβέρνηση αποτέλεσε τη χρονική
αφετηρία της πιο αδίστακτης αντιλαϊκής επίθεσης του κεφαλαίου που συνεχίζεται
ως σήμερα. Το μήνυμα δηλαδή που πήρε η κυβέρνηση από τις οργισμένες πορείες
ήταν ότι δεν πρέπει να φοβάται το λαό!
Γιατί όμως
τα εκατομμύρια των αγανακτισμένων υποτάσσονται σε μερικές χιλιάδες αστυνομικών
και μερικές εκατοντάδες πολιτικών; Γιατί φοβούνται τα δακρυγόνα και τον
Βενιζέλο; Για να αναζητήσουμε απαντήσεις πρέπει να αναρωτηθούμε ποιος είναι
πολιτικά κυρίαρχος και να αναζητήσουμε τα αίτια τις αδυναμίας του λαού χωρίς
ρομαντισμούς και αυταπάτες. Παρουσιάζουμε εδώ μερικές σκέψεις με βασική αναφορά
ένα σημαντικό έργο που δημοσίευσε το 1992 ο Αντόνιο Νέγκρι [5].
2. Η
νεγκρική έννοια της συντακτικής εξουσίας
Η κυρίαρχη
νομική παράδοση εμφανίζει τη συντακτική εξουσία ως πολιτική-κοινωνική δύναμη
που ξεπερνά οποιαδήποτε άλλη και έχει την ικανότητα να επιβάλλει
«ακαταγώνιστα»[6] τη βούλησή της σχετικά με την κοινωνική οργάνωση. Η
συντακτική εξουσία γίνεται αντιληπτή ως απόλυτο ξεκίνημα που κατανέμει
δικαιώματα, υποχρεώσεις και αρμοδιότητες, περιορίζοντας το κράτος και τους
πολίτες.
Ο Νέγκρι
απορρίπτει αυτή τη θεώρηση ως αντιφατική. Δείχνει ότι η συντακτική εξουσία,
όπως την εννοούν οι νομικοί, δεν είναι κυρίαρχη, αλλά υποτάσσεται στο δίκαιο. Η
συντακτική εξουσία χάνει τη δύναμη της αφού το δίκαιο την περιορίζει και της
αφαιρεί την πολιτική ισχύ: τη μετατρέπει σε κανόνες δικαίου που πρέπει να
τηρηθούν ανεξάρτητα από τη βούληση του πλήθους.[7] Παράλληλα, η συντακτική
εξουσία υποτάσσεται στις συντεταγμένες εξουσίες που αποφασίζουν πώς θα
εφαρμοσθεί το Σύνταγμα. Έχουμε εδώ μια αντιστροφή, αφού ο δημιουργός του
δικαίου υποτάσσεται στους εφαρμοστές του![8] Η συντακτική εξουσία με τη νομική
έννοια αποδεικνύεται αδύναμη και αντιδημοκρατική. Σκοπός της είναι να
περιορίσει το πλήθος και να επιτρέψει τη συνέχιση της κυριαρχίας του κεφαλαίου.
Ο Νέγκρι
ορίζει ως συντακτική εξουσία κάτι τελείως διαφορετικό: την εξουσία του πλήθους,
η οποία δεν περιορίζεται από το δίκαιο και δεν εξαφανίζεται μετά τη σύνταξη του
Συντάγματος.[9] Αυτή η συντακτική εξουσία είναι διαρκής, απρόβλεπτη και
δημιουργική. Αποβλέπει στην απελευθέρωση της εργασίας από το κεφάλαιο.[10] Το
πλήθος είναι φορέας της πραγματικής συντακτικής εξουσίας σε ρήξη προς τον
αντιδημοκρατικό συνταγματισμό των νομικών και του κεφαλαίου. Η συντακτική
εξουσία του πλήθους επιδιώκει την απελευθέρωση και δεν θέλει να αστυνομεύσει
σώματα, επιθυμίες και δράσεις.[11] Είναι ατελεύτητη και διαμορφώνει όλες τις
πλευρές της ζωής. Είναι συλλογική φαντασία εν δράσει[12], «ανυπέρβλητος
ορίζοντας, μαζική παρουσία, πλήθος» [13].
Με τη θέση
αυτή ο Νέγκρι επικρίνει το φιλελευθερισμό που χωρίζει το κράτος από την
κοινωνία, δημιουργώντας ένα χώρο εκτός πολιτικής για να εξασφαλίσει την ατομική
ελευθερία, δηλαδή τα προνόμια των πιο ισχυρών. Με το ίδιο σκεπτικό, ο Νέγκρι
επικρίνει τον αναρχισμό που επίσης θέλει να περιορίσει την πολιτική, δηλαδή την
εμβέλεια της συντακτικής εξουσίας του πλήθους, προκειμένου να ενισχύσει την
αυτονομία των συλλογικοτήτων [14].
3. Κριτική
στον Νέγκρι. Η σημασία της παραδοσιακής έννοιας της συντακτικής εξουσίας
Τα όσα
γράφει ο Νέγκρι αντιμετωπίστηκαν με αδιαφορία από τους νομικούς στην Ελλάδα.
Εξαίρεση αποτελεί μια θεμελιωμένη κριτική παρουσίαση του Αντώνη Μανιτάκη που
δυστυχώς καταλήγει επιστρέφοντας στα θέσφατα του φιλελευθερισμού και της
αντιπροσωτευτικής δημοκρατίας, δηλαδή σε εκείνη ακριβώς τη θεώρηση που ο Νέγκρι
επικρίνει και επιδιώκει να ξεπεράσει.[15]
Από την
πλευρά μας νομίζουμε ότι τα όσα υποστηρίζει ο Νέγκρι για την συντακτική εξουσία
του πλήθους εκτίθενται σε μια προφανή, αλλά και θεμελιώδη κριτική. Αν
θεωρήσουμε τη συντακτική εξουσία ως κάτι ρευστό, χωρίς κανόνες οργάνωσης και διαρκώς
αναδιαμορφούμενο, η έννοια χάνει τη σημασία της. Ξέρουμε βέβαια ότι από
ιστορική άποψη τα πάντα είναι ρευστά και εξαρτώνται από τους κοινωνικούς
ανταγωνισμούς. Αλλά αυτό είναι η κοινωνική πάλη. Τι ωφελούμαστε αν την
αποκαλέσουμε συντακτική εξουσία; Με άλλα λόγια, η πρόταση του Νέγκρι για έναν
ριζικά νέο ορισμό καταστρέφει την έννοια της συντακτικής εξουσίας, καθιστώντας
την ένα περιττό συνώνυμο της κοινωνικής πάλης.
Η συντακτική
εξουσία με την παραδοσιακή έννοια της πολιτικής δύναμης που μπορεί να επιβάλλει
ένα νέο Σύνταγμα δεν πρέπει να εγκαταλειφθεί ως έννοια. Πρόκειται για μια
σημαντικότατη μορφή άσκησης πολιτικής στα αστικά κράτη. Η άσκηση της
συντακτικής εξουσίας και η εφαρμογή του Συντάγματος που εκείνη συντάσσει
εξαρτώνται από πολιτικές διαμάχες και αποκρυσταλλώνουν σημαντικές πολιτικές
αλλαγές.
Αρκεί να
σκεφτούμε ότι στην περίοδο των Μνημονίων όλες οι πλευρές αναπτύσσουν
συνταγματικές επιχειρηματολογίες και με αυτές συνδέονται στρατηγικές πολιτικής
πάλης. Η παγιωμένη στο Σύνταγμα συντακτική εξουσία συνιστά μια πολιτική στιγμή
που αφήνει το ίχνος της, δημιουργώντας θεσμούς. Αυτό επιβάλλει να αναλυθούν τα
αποτελέσματα των αγώνων γύρω από τον τρόπο εφαρμογής του Συντάγματος και τη
σύνταξη νέων Συνταγμάτων.[16]
Ο Νέγκρι
έχει δίκιο όταν λέει ότι αυτού του είδους η συντακτική εξουσία επιχειρεί να
διατηρήσει την υποταγή του πλήθους στο κεφάλαιο μέσω διαρκούς αστυνόμευσης. Ο συνταγματισμός δεν είναι κατάκτηση του
λαού ούτε προσφέρει εγγύηση εναντίον του κράτους. Είναι η μορφή οργάνωσης του
κρατικού μηχανισμού στον καπιταλισμό. Αυτό πάντα το ξέρανε οι αριστεροί που
έλεγαν ότι δεν έχει νόημα να υπερασπιζόμαστε το Σύνταγμα. Αλλά επίσης δεν έχει
νόημα να υποτιμούμε την πολιτική ισχύ της συντακτικής εξουσίας του κεφαλαίου.
4. Κριτική
στον Νέγκρι. Η αδυναμία του πλήθους
Ο Νέγκρι
περιγράφει το πλήθος με αμφισημία [17]. Δεν γίνεται σαφές αν το πλήθος αποτελεί
την ολότητα των ανθρώπινων σωμάτων, επιθυμιών και δράσεων ή εάν είναι μια
κανονιστική έννοια που περιορίζεται στα κινήματα αμφισβήτησης. Αν συμβαίνει το
δεύτερο,[18] η έννοια δεν έχει ενδιαφέρον. Η
ριζοσπαστική Αριστερά ξέρει ότι δεν πρέπει να δρα ως πειθαρχημένος στρατός που
υπακούει στον κάθε αρχηγό. Πρέπει να είναι η πολύμορφη και ελεύθερη έκφραση
ενδιαφερόντων και προτάσεων δράσης, συμπληρωματικών ή ανταγωνιστικών. Αυτό όμως
δεν μας επιτρέπει να ονομάσουμε πλήθος το κίνημα που μας αρέσει.
Διαφορετικά συνεχίζουμε να αυταπατώμαστε, όπως κάνει η παραδοσιακή αριστερά που
πάγια εμφανίζει ως αίτημα «του λαού» το δικό της πρόγραμμα, θεωρώντας ότι η
ίδια είναι ο λαός.
Αν πάλι
ορίσουμε το πλήθος ως σύνολο των έλλογων όντων του πλανήτη με σπινοζική έννοια
[19], η έννοια χάνει την πολτιική σημασία της. Το σπινοζικό πλήθος είναι μια απόλυτη δύναμη, αλλά αποτελεί και μια ανοργάνωτη
και αντιφατική ολότητα. Περιλαμβάνει τραπεζίτες, βασανιστές, χούλιγκαν,
βασιλόφρονες και επιτρόπους ενορίας. Το πλήθος με αυτή την περιγραφική έννοια
δεν επιθυμεί κάτι συγκεκριμένο και φυσικά δεν κατορθώνει τίποτε - εκτός από τη
διαιώνιση του ανθρώπινου είδους. Είναι δηλαδή βιολογικό και όχι πολιτικό
υποκείμενο. Μόνο κάποιος ρομαντικός σαν τον Νέγκρι μπορεί να του αποδώσει
κατηγορήματα και σκοπούς (θετική ενέργεια, επιδίωξη ισότητας ως προϋπόθεση
ελευθερίας κλπ.).
5. Μια
απάντηση και δύο προτάσεις
Το αρχικό μας ερώτημα ήταν γιατί δεν πέτυχε
κάποια αξιόλογη αλλαγή το πλήθος των ελληνικών πλατειών του 2011, καίτοι
προκάλεσε παγκόσμιο θαυμασμό και πολλές ελπίδες. Γενικότερα πρέπει να
εξηγήσουμε γιατί ο πλανήτης δεν έγινε πιο ειρηνικός και πιο εξισωτικός χάρη
στις έντονες παγκόσμιες διαμαρτυρίες στα χρόνια παγκόσμιου αναβρασμού από το
Σηάτλ και το Πόρτο Αλέγκρε μέχρι σήμερα. Κατά τη γνώμη μας αυτό το πολλαπλό
κίνημα πλήθους υπόκειται σε έναν εσωτερικό δομικό περιορισμό που το κάνει
αναποτελεσματικό, δηλαδή αδύναμο.[20] Δεν έχει σαφή αιτήματα, ισχυρή οργανωτική
δομή και σαφές πρόγραμμα δράσης.
Χωρίς αυτά
τα στοιχεία δεν μπορεί να δημιουργηθεί κίνημα ανατροπής. Θα εξακολουθήσουν να
γίνονται «σκόρπιες» διαδηλώσεις, θα έχουμε την παρηγορητική και «ζυμωτική» δράση
μικρών οργανώσεων και τις συμβολικά ανεκτίμητες «πλατείες». Αλλά τίποτε από
αυτά δεν δικαιολογεί τις αυταπάτες της Αριστεράς ότι κάποια μέρα θα συμβεί το
θαύμα της εξέγερσης. Η πολλαπλότητα και
ο αυθορμητισμός είναι γοητευτικές ιδέες. Αλλά, όπως έλεγε ο Μαρξ, δεν μπορούμε
να πιάσουμε ψάρια σε θάλασσα που δεν έχει ψάρια.
Για τους μη ρομαντικούς υπάρχει η ανάγκη να
δημιουργηθεί ένας φορέας συντακτικής εξουσίας, με την παραδοσιακή έννοια του
όρου, που θα επιδιώκει και θα κατορθώνει τρία πράγματα:
- να ανατρέψει
το καθεστώς (και όχι να σώσει την αρκούδα, να προστατέψει την εθνική κυριαρχία
ή να βελτιώσει τους όρους διαβίωσης των φτωχών),
- να
επεξεργασθεί και να επιβάλει νέες αρχές κοινωνικής οργάνωσης με βάση ένα
σύστημα κυρίαρχων συμβουλίων,
- να
καταπολεμήσει τις δυνάμεις αντίδρασης.
Για να
μπορέσει να δράσει και να επιβληθεί ένας τέτοιος φορέας συντακτικής εξουσίας,
απαιτείται η καθοδήγηση των μαζών. Καθοδήγηση συλλογική, πολλαπλή, χωρίς
ιεραρχίες, αλλά σαφής, διαρκής και δραστική. Κανείς δεν νοσταλγεί τους
καθοδηγητές και ινστρούχτορες των κομμουνιστικών κομμάτων με τη στρατιωτική
δομή τους. Αλλά ενόσω δεν υπάρχει λαϊκή οργάνωση με σαφές πρόγραμμα δράσης, οι
Παπαδήμοι θα πανηγυρίζουν την ήττα του λαού και οι Βενιζέλοι-Πάγκαλοι θα μας
βρίζουν ατιμωρητί. Θα παραμένουν κυρίαρχοι και θα μας επιβάλλουν τη συντακτική
εξουσία τους.
______________________________
[1] Ευχαριστώ τη συλλογικότητα Nosotros, το περιοδικό Βαβυλωνία, την Πρωτοβουλία Νομικών για την Ελευθερία και ονομαστικά τον Αντώνη Μπρούμα για την πρόσκληση να μιλήσω για το θέμα στις 31-1-2012. Οι κριτικές που διατυπώθηκαν στη συζήτηση με βοήθησαν στην επεξεργασία του κειμένου.
[2]
Καθηγητής συνταγματικού δικαίου, Fundação Getulio Vargas, Σάο Πάολο.
Μέλος της γραμματείας σύνταξης του περιοδικού «Θέσεις».
[3]
Δημοσίευσα τις σκέψεις μου για τη σχέση «των αγανακτισμένων» με τη δημοκρατία
και το Σύνταγμα σε δύο άρθρα στο site rednotebook.gr καθώς και
στο τεύχος 116 του περιοδικού «Θέσεις» (2011).
[4] Μένοντας
σχεδόν 25 χρόνια στο εξωτερικό είχα συνηθίσει σε δύο αντιδράσεις των ατόμων που
ρωτούσαν την εθνικότητά του. Ορισμένοι σχολίαζαν τη φυσική ομορφιά της Ελλάδας
και άλλοι την ιστορική σημασία της ως «λίκνου του πολιτισμού». Τα τελευταία δύο
χρόνια οι αντιδράσεις άλλαξαν ριζικά. Η Ελλάδα δεν ενδιαφέρει ως φύση και
παρελθόν, αλλά ως πολιτικό παρόν. Οι δεξιοί σχολιάζουν την έλλειψη πειθαρχίας
και εργατικότητας (ή λένε ότι «λυπούνται» για την κατάσταση της χώρας). Οι
αριστεροί εκφράζουν το απεριόριστο θαυμασμό τους για τη λαϊκή αντίδραση.
[5] A.Negri , Il potere costituente, Carnago: SugarCo, 1992.
Χρησιμοποιούμε εδώ τη μετάφραση στα πορτογαλλικά, O poder constituinte, Rio de Janeiro: DP&A, 2002.
[5] A.
[6] Τη λέξη
επαναλάμβανε με έμφαση ο Αριστόβουλος Μάνεσης στις αξέχαστες παραδόσεις του
Συνταγματικού Δικαίου.
[7] Negri, 2002: 20.
[8] Negri, 2002: 292.
[9] Negri, 2002: 25.
[10] Negri, 2002:
327-329.
[11] Negri, 2002:
20-22, 444.
[12] Negri, 2002: 431.
[13] Negri, 2002: 444.
[14] Negri, 2002: 449.
[16] Μια
λεπτομερή επισκόπηση των συνταγματικών αγώνων στην Ελλάδα προσφέρει ο Ν.
Αλιβιζάτος, Το Σύνταγμα και οι εχθροί του στη νεοελληνική ιστορία, Αθήνα:
Πόλις, 2011, παρά την συχνά εσφαλμένη ερμηνεία τους, λόγω των φιλελεύθερων
αντιλήψεων του συγγραφέα που υποστασιοποιούν το Σύνταγμα και δεν
αντιλαμβάνονται τους λόγους δράσης των «εχθρών» του.
[17] Αυτό
έδειξε η συζήτηση της παρούσας εισήγησης στο nosotros.
[18] Αυτό
γίνεται κυρίως στο έργο M. Hardt, A. Negri, Multitude, New York , Penguin, 2004.
[19] Αυτό
συμβαίνει σε Negri, 2002.
[20]
Υποστηρίξα αυτή τη θέση ήδη το 2001 με βάση τις εντυπώσεις μου από το πρώτο
Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ στο Πόρτο Αλέγκρε και ενάντια στο γενικό κλίμα αισιοδοξίας
για το κίνημα αντιπαγκοσμιοποίησης (περιοδικό Θέσεις, τ. 77, 2001, κεφάλαιο 5).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου