Το
κράτος, σε περιπτώσεις σαν την Ελλάδα, υπήρξε η «κατεξοχήν κοινωνική μηχανή»,
όπως έλεγε ο Γκράμσι
Του Δημήτρη Παπανικολόπουλου
Η Ελλάδα
είναι από τις λίγες χώρες στον κόσμο όπου τα σπίτια, τα κτήματα και οι άδειες
εκμετάλλευσης ανήκουν στη συντριπτική τους πλειοψηφία στον λαό και δεν είναι
συγκεντρωμένα στα χέρια μικρών ομάδων προνομιούχων. Από τότε που έγινε
ανεξάρτητο κράτος η Ελλάδα μέχρι σήμερα, οι Έλληνες πολίτες μέσα από τους
αγώνες τους, αλλά και μέσα από την ανάπτυξη πελατειακών δικτύων, ζητούν από το
κράτος να εγγυηθεί τη μικροϊδιοκτησία τους. Η σύνδεση των Ελλήνων με το κράτος,
κυρίως μέσω των κομμάτων, εξασφάλιζε την αναπαραγωγή τόσο του κράτους όσο και
της μικροϊδιοκτησίας των πολιτών, που συνήθως με κόπο αυτοί είχαν συσσωρεύσει.
Οι εγχώριες κυβερνήσεις και η τρόικα θέλησαν να μειώσουν το κράτος και τη
μικροϊδιοκτησία και να καταργήσουν την αμοιβαία αναπαραγωγή τους. Αυτό
ισοδυναμεί με ακύρωση όχι ενός επουσιώδους στοιχείου της πολιτικής και
κοινωνικής μας ζωής, αλλά της ακύρωσης της μηχανικής της, δηλαδή του τρόπου με
τον οποίο λειτουργεί αυτή η κοινωνία. Θέλησαν με άλλα λόγια να «εκλέξουν έναν
άλλο λαό», για να θυμηθούμε τη φράση του Μπρεχτ.
Το κράτος,
σε περιπτώσεις σαν την Ελλάδα, υπήρξε η «κατεξοχήν κοινωνική μηχανή», όπως
έλεγε ο Γκράμσι. Η αστική μας τάξη έδειξε απροθυμία και ανικανότητα να αναλάβει
βασικές λειτουργίες της κοινωνικής μας ζωής και, άρα, να οικοδομήσει τις
απαραίτητες δομές. Το κράτος φάνταζε η μόνη εγγύηση για να γίνουν τα αυτονόητα.
Μέχρι σήμερα εν πολλοίς αυτό δεν έχει αλλάξει, καθώς η αστική τάξη της χώρας
δεν έχει εμπλουτίσει τα παραδοσιακά ταλέντα της στον εφοπλισμό και στην
τραπεζική κερδοσκοπία με άλλα άξια λόγου. Έτσι, ο ελληνικός λαός αποδύθηκε σε
ασταμάτητους αγώνες για ένα καλύτερο και πιο ανταποδοτικό κράτος. Σε γενικές
γραμμές, ο αγώνας για την «ανεύρετη σοσιαλδημοκρατία» συνεχιζόταν μέχρι και την
παρούσα κρίση. ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και τρόικα διεμήνυσαν στον ελληνικό λαό ότι αυτοί οι
αγώνες σε κάποιο βαθμό ήταν καταχρηστικοί, ενώ η δικαίωσή τους υπήρξε μερικώς
απόφαση ανεύθυνων και λαϊκιστικών κυβερνήσεων.
Η σύνδεση
αυτή του ελληνικού λαού με το κράτος, που παρεμπιπτόντως αποδεικνύεται και από
το μεγάλο αριθμό (αναλογικά με τον πληθυσμό) εφημερίδων και τη μεγάλη (αναλογικά
με άλλα κράτη) συμμετοχή στις εκλογές, επιβεβαιώνεται και από τις πρόσφατες
εξελίξεις. Αναφέρομαι στην κατάρρευση των κομμάτων του κράτους, του ΠΑΣΟΚ και
της ΝΔ, που ενώ διατηρούσαν την εξουσία τους χάρη στην πρόσβαση στο κράτος που
εξασφάλιζαν στους ψηφοφόρους τους, χάρη
στη χρήση και τη κατάχρηση του κράτους δηλαδή, προσχώρησαν φανατικά σε
μια πολιτική που ακύρωσε κάθε πρόσβαση των Ελλήνων πολιτών στο κράτος (και
νόμιμη και παράνομη) και παρέδωσε κρίσιμα μεγέθη του ελληνικού κράτους σε
παράγοντες εκτός ελληνικού κράτους. Η άνοδος δε του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα ήταν τέτοια
ούτε τόσο ραγδαία, εάν δε διαβεβαίωνε τους Έλληνες πολίτες ότι το κράτος θα
συνεχίσει να τους προστατεύει από την οικονομική δυσπραγία και θα αποτελέσει
ανάχωμα στην εξαέρωση της μικροϊδιοκτησίας τους.
Η παραπάνω
εξηγητική φόρμουλα μπορεί, κατά τη γνώμη μου, να μας βοηθήσει να πάμε και ένα
βήμα παραπέρα: να προσδιορίσουμε τις πιθανότητες επιτυχίας του εγχειρήματος που
αναλαμβάνει ο ελληνικός λαός δια του ΣΥΡΙΖΑ. Όπως η Λατινική Αμερική έχει δώσει
τα πρωιμότερα και πιο αποτελεσματικά παραδείγματα αντίστασης στο
νεοφιλελευθερισμό εξαιτίας των δομών που είχαν δημιουργηθεί σε αυτές τις
κοινωνίες κατά την ιστορική περίοδο των δικτατοριών, έτσι είναι πιθανό και η
Ελλάδα λόγω του εδραιωμένου κρατισμού του ελληνικού λαού να προσφέρει ένα
πετυχημένο παράδειγμα αντίστασης ενός ολόκληρου λαού στις διεθνείς και εγχώριες
νεοφιλελεύθερες δυνάμεις που θέλουν να αποδομήσουν τη δυνατότητα των κρατών να
παρεμβαίνουν στην οικονομία προς όφελος των λαών τους. Οι πολιτικοί πόροι που
έχει συσσωρεύσει ο ελληνικός λαός προς
αυτή την κατεύθυνση είναι οι περισσότεροι σε όλη την Ευρώπη: το πιο δυνατό
κοινωνικό κίνημα και τη λιγότερο «φθαρμένη» και ταυτόχρονα πιο «αριστερή»
Αριστερά της Ευρώπης (λόγω μη συμμετοχής σε κυβερνητικά εγχειρήματα το πρώτο
και λόγω ριζοσπαστισμού που προέρχεται από τον κινηματισμό και τη σχέση με τα
παραδοσιακά ριζοσπαστικά ρεύματα της αριστερής ιδεολογίας το δεύτερο). Τέλος,
είναι οι μνήμες, που και το ίδιο το κράτος καλλιεργεί. Κάθε πολίτης αυτής της
χώρας διδάσκεται ότι ο ελληνικός λαός τα έβαλε με την απολυταρχία το 1821
εμπνέοντας όλη τη δημοκρατική Ευρώπη, ότι τα έβαλε με το φασισμό το 1940
εμπνέοντας όλη την αντιφασιστική Ευρώπη, ότι δεν επέτρεψε στη δικτατορία να
μακροημερεύσει πέραν του 1974 σημειώνοντας την αρχή του τέλους για πιο
μακροχρόνιες δικτατορίες στην Ευρώπη. Τώρα είναι αντιμέτωπος με το
νεοφιλελευθερισμό. Θα τα καταφέρει; Πάντως η ιστορία είναι με το μέρος του.
Δημήτρης
Παπανικολόπουλος
REDNotebook
7 Ιουνίου
2012 - 5:43 πμ | Δημήτρης Παπανικολόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου